Στις 9 Δεκεμβρίου 2007 έφυγε για το μακρύ της ταξίδι η
Μαρία Κυρ. Ανδρακάκου.
Δασκάλα, που μένει ως θρύλος στην Ιστορία της Εκπαίδευσης, ιδιότυπη παιδαγωγός που το σχολείο της στην πόλη μας λειτούργησε ως φυτώριο πνευματικής και καλλιτεχνικής δράσης, αποτελεσματικής εκπαίδευσης και ουσιαστικής αλλά και πολύτιμης παιδαγωγίας.
Η εξόδιος ακολουθία εψάλη στον ιερό ναό της Αναστάσεως του Κοιμητηρίου της Ηλιούπολης στις 12/12 και κοντά της ήσαν άνθρωποι που αγάπησε, μαθητές και μαθήτριές της, φίλοι, γνωστοί, συγγενείς, όλοι άνθρωποι που τιμήθηκαν από την προσοχή της, την αγάπη, την εκτίμησή της. Συναναστρεφόταν ανθρώπους που απαραιτήτως εθαύμαζε και εκτιμούσε. Εκτιμούσε κάποιον για την αξιοπιστία του, άλλον για την ακεραιότητά του, άλλον για την φιλοτιμία του, άλλον για την ειλικρίνεια την ευθύτητά του, άλλον για την αθωότητά του. Ανθρώπους που δεν εκτιμούσε δεν τους συναναστρεφόταν, ούτε κατ’ ανάγκην. Επεδίωκε συνειδητά και συστηματικά να γίνεται καλλίτερη. Δεν κρατούσε για τον εαυτό της παρά μόνο το δικαίωμα να χαίρεται από την επιτυχία των παιδιών. Σε εποχές εξεταστικοκεντρικών συστημάτων πετύχαινε την είσοδο τουλάχιστον δύο παιδιών κάθε χρόνο σε πρότυπα κρατικά σχολεία, όπως το Βαρβάκειο, η Ιωνίδειος, η Ευαγγελική Σχολή Νέας Σμύρνης. Στα δημόσια γυμνάσια των προαστίων ήταν δεδομένο ότι οι μαθητές είχαν πρωτιές και καλή σειρά, όταν οι άριστοι των δημοσίων έμπαιναν αγκομαχώντας. Κάποτε συνάδελφός της δασκάλα, ιδιοκτήτρια ιδιωτικού σχολείου κι εκείνη, εντυπωσιασμένη από την επίδοση ενός αδύναμου μαθητή με έξι στο απολυτήριο, την ρώτησε: «Βρε Μαρία, τι τα κάνεις τα κούτσουρα (!);» εκείνη ενοχλημένη από τον χαρακτηρισμό που απευθυνόταν σε μαθητές, της απήντησε: «Τα καίω»! Ήταν μια προσωπικότητα κατάφορτη από νοήματα, με εμμονή στη βεβαιότητα ενός ιδανικού προορισμού. Στο οντολογικό σταυροδρόμι, ανάμεσα στο παν και το τίποτε διάλεξε χωρίς δισταγμό. Κι έσωσε τον νου και την ψυχή της. Προσδιόρισε εν ζωή την υστεροφημία της χωρίς διλήμματα. Αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, ένας ιδιότυπος συνδυασμός που οφειλόταν στη μελέτη και την συστηματική άσκηση, στην οργάνωση και τον αδιάλειπτο έλεγχο, στην αξιοποίηση του χρόνου και στο εσωτερικευμένο βίωμα των αξιών του τόπου της, της Μάνης. Οι γυναίκες της Μάνης εκείνης της εποχής, ήσαν γήινες, δυνατές, πληθωρικές στο συναίσθημα, προορισμένες να συντηρήσουν τον θρύλο του DNA τους με σχεδόν κοινά χαρακτηριστικά: Αετίσιο βλέμμα, ευκίνητες, με δυναμισμό και αποφασιστικότητα, μάνες στη συμπεριφορά και την ιδεολογία. Το 1953 ίδρυσε τριθέσιο δημοτικό σχολείο με όλες τις τάξεις και με 50 περίπου μαθητές. Το μικρό σχολείο στην Κυπρίων Ηρώων. Δεν την κέρδισε το Περιστέρι, που ήταν πληθυσμιακά αναπτυσσόμενη περιοχή με αγάπη στο ιδιωτικό σχολείο, περιοχή μικρασιατών που είχαν παιδεία, όπως συχνά έλεγε. Ούτε ο Κορυδαλλός, όπου είχε πρόταση συνεργασίας. Δεν επεδίωξε το εύκολο. Προτίμησε αυτόν τον τόπο, την Ηλιούπολη, όπου είχε ελιές και επιφυλακτικούς ανθρώπους και της θύμιζε τη πατρίδα της. Η δυναμική μανιάτισσα δασκάλα δοκίμαζε τις δυνάμεις της σε ένα τόπο της μεταπολεμικής Ελλάδας, όπου τα χωράφια ανακατεύονταν με τα λίγα σπίτια. Οι κάτοικοι ανήκαν στην εργατική τάξη, με ελάχιστα εισοδήματα και πολύ δυσπιστία προς το ιδιωτικό σχολείο. «Βρήκα αμέσως ανταπόκριση και καλούς ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα» μου είπε κάποια στιγμή που μου περιέγραφε εκείνο το ξεκίνημα, «που αγαπούσαν τη μόρφωση, τόσο ώστε από το υστέρημά τους κατέβαλλαν τα δίδακτρα, αλλά κι εγώ δεν τους ξεγέλασα ποτέ». Η αξιοπρέπειά της ήταν αδιαπραγμάτευτο χαρακτηριστικό της. Στη δεκαετία του 1960 το νηπιαγωγείο και το δημοτικό σχολείο με την επωνυμία «Εκπαιδευτήρια Μαρίας Κυρ. Ανδρακάκου» μεταστεγάζεται σε ιδιόκτητο νεόκτιστο σχολικό κτήριο, στις οδούς Βλαχάβα και Αργοναυτών. ΄Ένα πρωινό αμέσως μετά το μεγάλο διάλειμμα γύρω στις δέκα, είδε έναν άνδρα με καπέλο και δερμάτινο χαρτοφύλακα να κατευθύνεται προς μια από τις αίθουσες διδασκαλίας, όπου μόλις είχε ξεκινήσει το μάθημα. Εκείνη έκανε ένα τελευταίο έλεγχο με τα μάτια της στην αυλή πριν μπει στην τάξη της και είδε τον … αδιάκριτο που χωρίς να της δώσει σημασία, ήταν έτοιμος να χτυπήσει την πόρτα των τάξεων "Γ και Δ". Πετάχτηκε να προλάβει τον αγενή …. γονέα, όπως νόμισε, και του είπε αυστηρά «Τι θέλετε κύριε, ποιος είστε, γιατί ενοχλείτε τα παιδιά; Ξεκίνησαν μάθημα» και συμπλήρωσε «είμαι η Ανδρακάκου, εσείς:» «Επιθεωρητής» απάντησε με αυστηρό ύφος ο επισκέπτης και κάνοντας χρήση της εξουσίας που του παρείχε η ιδιότητά του πρόσθεσε: «Ήρθα να σας ελέγξω». «Καλώς ήρθατε» του είπε ευγενικά, αλλά αγέρωχα. «Πού θέλετε να πάτε, λοιπόν;» «Σε ποια τάξη κάνετε μάθημα εσείς;» ρώτησε ο Επιθεωρητής. «Στην Πέμπτη και στην Έκτη» του απήντησε. «Πολύ καλά, θα ξεκινήσω από σας»- «Ευχαρίστως», απήντησε πάλι και ευχόταν να μη μιλήσει ο αδύνατος μαθητής της του πρώτου θρανίου, όσο θα εξέταζε ο Επιθεωρητής. Τον προσφώνησε, εξήγησε στα παιδιά τι ήθελε ο επισκέπτης τους. Εκείνος την ρώτησε αν έχει καλούς και δυνατούς μαθητές κι εκείνη του απήντησε συγκρατημένα: «Μμ.. έτσι κι έτσι. Θα δείτε». Ο Επιθεωρητής άρχισε να ρωτάει αριθμητική, γραμματική, ιστορία, φυσική πειραματική. Τα παιδιά απαντούσαν γρήγορα και ορθά στις ολοένα και πιο δύσκολες ερωτήσεις αποκαλύπτοντας τις πολλές και αφομοιωμένες γνώσεις τους. Φανερά ικανοποιημένος, ο Επιθεωρητής, διατυπώνει την τελευταία του ερώτηση και στρέφεται στον μαθητή του πρώτου θρανίου περιμένοντας την απάντησή του! «Αχ, όχι» ξεφεύγει από τα χείλια της δασκάλας. Ο Επιθεωρητής το ακούει και απ’ ό,τι φαίνεται το διασκεδάζει «Λοιπόν νεαρέ τι ξέρεις για …». Η απάντηση του μικρού της Εης τάξης, του αδύνατου στα μάτια της δασκάλας του, που τον κράταγε και του έκανε δέκα λεπτά κάτι παραπάνω κάθε μέρα και που τον παρακολουθούσε μέσα στην τάξη χωρίς ποτέ να τον απαξιώνει, ήταν τόσο εύστοχη που άφησε άναυδο τον επιθεωρητή. Η δασκάλα δάκρυσε κι ο επιθεωρητής έσκυψε και της φίλησε τα χέρια ολοφάνερα συγκινημένος. Όταν σήκωσε το κεφάλι του γύρισε προς το μέρος των παιδιών και τους είπε: «Παιδιά είστε πολύ τυχερά που έχετε τέτοια δασκάλα. Μη το ξεχάσετε ποτέ» Και κοιτώντας την της είπε: «Σ’ Ευχαριστώ, που με δέχθηκες. Μακάρι να είχα δυο τρεις δασκάλες σαν εσένα» και κατευθύνθηκε προς την έξοδο της αίθουσας. Αυτή ήταν η Μαρία Ανδρακάκου! Ήταν η δασκάλα που αξίωνε από τον εαυτό της παιδαγωγικές απαντήσεις μονιμότερες από τις προκλήσεις του εφήμερου. Διεκδικούσε από τον εαυτό της πρώτα και έπειτα καθοδηγούσε συνεργάτες και μαθητές σε μια κοινή πορεία παιδαγωγίας. Κάποιος είπε πως δεν έκαμε δικά της παιδιά «γιατί δεν προλάβαινε» μεγαλώνοντας και καθοδηγώντας τα παιδιά που της εμπιστεύονταν. Είναι αλήθεια. Αφοσιώθηκε στα όνειρα των παιδιών που γονείς από την Ηλιούπολη αρχικά, το Φάληρο, την Αργυρούπολη, το Κουκάκι, τον Νέο Κόσμο, το Παγκράτι, την Αθήνα, τη Δάφνη, τον Καρέα, τον Βύρωνα, τη Γλυφάδα, τον Άγιο Παντελεήμονα, τον Άγιο Δημήτρη και τη Βούλα αργότερα της εμπιστεύθηκαν με «κλειστά τα μάτια». Αρκούσε να μιλήσει μαζί της ο γονιός για να αισθανθεί πως την διακατείχε το πάθος της προσφοράς και η συναίσθηση του καθήκοντος. Ήταν νευρώδης και δυναμική, αεικίνητη και γεμάτη εμπνεύσεις, δημιουργική και αποτελεσματική. Με γνήσιο χαμόγελο και ανεπιτήδευτη κομψότητα. Η εμφάνισή της λειτουργούσε ως παιδαγωγικό ερέθισμα προς τα παιδιά δίνοντας το παράδειγμα της ευκοσμίας και της αισθητικής. Αγωνίστηκε για την ηθική υγεία, εξόρκιζε τη βία και τον αμοραλισμό, την ανομία, πολέμησε τη νοοτροπία που κατηύθυνε τους νέους γονείς στην ανεμπόδιστη απόλαυση των αγαθών, προπηλάκιζε την απαιδευσία, δίδασκε τον σεβασμό προς τον πνευματικά ασθενέστερο προσφέροντας ώρες ατέλειωτες εξατομικευμένη διδασκαλία. Αντιμετώπιζε θαρραλέα τις δυσκολίες και η σχολική τάξη ήταν το δέντρο που έπρεπε να ανθίσει. Με το θάρρος και την επιμονή της ακόμη και οι αδύναμοι μαθητές της διέκριναν τις ικανότητές τους και τις αξιοποιούσαν. Προσέφερε Δώρον και δεν απέβλεπε σε Αντίδωρον. Η αναγνώριση του παιδαγωγικού της έργου κορυφώθηκε το 1970: εξαθέσιο δημοτικό, διθέσιο νηπιαγωγείο, γυμνάσιο και κατόπιν λύκειο. Μια μεγάλη αγαπημένη ομάδα ειδικών για το έργο παιδαγωγίας των Εκπαιδευτηρίων Ανδρακάκου: δάσκαλοι, νηπιαγωγοί και βοηθοί νηπιοκόμοι, καθηγητές, η μόνιμη καλλιτεχνική ομάδα (καινοτομία της από το 1954) με γυμναστές, χορευτές, δασκάλους ρυθμικής, μουσικής, τα τμήματα ξένων γλωσσών, ψυχολόγος, ειδικός παιδίατρος. οδηγοί και βοηθητικό προσωπικό. Το ωράριό της ξεκινούσε από τις 7 το πρωί ως τις 11 το βράδυ, με ένα καφέ και όμως δεν ήταν καταπονημένη ποτέ. Από πού αντλούσε την ακατάβλητη δύναμη και αντοχή της; Από την αγάπη και την αφοσίωση των μαθητών και μαθητριών της, που φαινόταν από την προσπάθειά τους να έχουν επιτυχίες, Παιδαγωγικός στόχος ήταν η γνώση, μα παιδαγωγικός σκοπός ο Φωτισμός. Διέκρινε με έμφαση στις διδαχές της την κατανόηση από την παρανόηση και στρέβλωση της γνώσης. Δεν ήταν φειδωλή στον έπαινο ούτε υπερβολική στην τιμωρία. Ήταν αυστηρή πολύ αυστηρή, είπε μια μαθήτριά της στην αποχαιρετιστήρια ομιλία της 12ης Δεκεμβρίου, μα ποτέ άδικα. Πράγματι ήταν αυστηρή … στην τήρηση της τάξης για την άσκηση στους κανόνες της ζωής, στην συνέπεια ως αρχή για δημιουργία μιας δημοκρατικής και ευνομούμενης πολιτείας. Δεν έβλεπε τους μαθητές της σαν μικρούς ανθρώπους, αλλά ως υπό διαμόρφωση νεαρούς πολίτες. Όποιος έχει εγγράψει στη μνήμη του ταξίδια ιστορίας και γεωγραφίας από τη διδασκαλία της έχει εμποτιστεί ανεξίτηλα με νάματα δημοκρατίας, πολύτιμη κληρονομία για τον ίδιο και τους απογόνους του. Σε λίγο καιρό η παιδαγωγός Μαρία Ανδρακάκου, θα απομείνει στοχασμός και μνήμη με την ευχή να συναντά εύνοες τις μέρες όλων μας, καθώς θα συρόμαστε στο ρεύμα του χρόνου στην κοινή ανθρώπινη και κοσμική μοίρα μας. Οι αρχές της θα ζουν στη νοοτροπία των μαθητών-παιδιών της ως υγιές και ανεξίτηλο ίχνος. Και Εκείνη θα παρακολουθεί τις εξελίξεις με την ενάργεια που είχε ως την τελευταία της στιγμή και θα ψιθυρίζει αυτό που λίγες ώρες πριν φύγει μου είπε: Οι γονείς πρέπει να έχουν κοντά τα παιδιά τους.-
Στη φωτογραφία η Μαρία Κ. Ανδρακάκου με την ανηψιά της. Γυμναστικές επιδείξεις σχολ. έτους 1959-1960.
Μαρία Κυρ. Ανδρακάκου.
Δασκάλα, που μένει ως θρύλος στην Ιστορία της Εκπαίδευσης, ιδιότυπη παιδαγωγός που το σχολείο της στην πόλη μας λειτούργησε ως φυτώριο πνευματικής και καλλιτεχνικής δράσης, αποτελεσματικής εκπαίδευσης και ουσιαστικής αλλά και πολύτιμης παιδαγωγίας.
Η εξόδιος ακολουθία εψάλη στον ιερό ναό της Αναστάσεως του Κοιμητηρίου της Ηλιούπολης στις 12/12 και κοντά της ήσαν άνθρωποι που αγάπησε, μαθητές και μαθήτριές της, φίλοι, γνωστοί, συγγενείς, όλοι άνθρωποι που τιμήθηκαν από την προσοχή της, την αγάπη, την εκτίμησή της. Συναναστρεφόταν ανθρώπους που απαραιτήτως εθαύμαζε και εκτιμούσε. Εκτιμούσε κάποιον για την αξιοπιστία του, άλλον για την ακεραιότητά του, άλλον για την φιλοτιμία του, άλλον για την ειλικρίνεια την ευθύτητά του, άλλον για την αθωότητά του. Ανθρώπους που δεν εκτιμούσε δεν τους συναναστρεφόταν, ούτε κατ’ ανάγκην. Επεδίωκε συνειδητά και συστηματικά να γίνεται καλλίτερη. Δεν κρατούσε για τον εαυτό της παρά μόνο το δικαίωμα να χαίρεται από την επιτυχία των παιδιών. Σε εποχές εξεταστικοκεντρικών συστημάτων πετύχαινε την είσοδο τουλάχιστον δύο παιδιών κάθε χρόνο σε πρότυπα κρατικά σχολεία, όπως το Βαρβάκειο, η Ιωνίδειος, η Ευαγγελική Σχολή Νέας Σμύρνης. Στα δημόσια γυμνάσια των προαστίων ήταν δεδομένο ότι οι μαθητές είχαν πρωτιές και καλή σειρά, όταν οι άριστοι των δημοσίων έμπαιναν αγκομαχώντας. Κάποτε συνάδελφός της δασκάλα, ιδιοκτήτρια ιδιωτικού σχολείου κι εκείνη, εντυπωσιασμένη από την επίδοση ενός αδύναμου μαθητή με έξι στο απολυτήριο, την ρώτησε: «Βρε Μαρία, τι τα κάνεις τα κούτσουρα (!);» εκείνη ενοχλημένη από τον χαρακτηρισμό που απευθυνόταν σε μαθητές, της απήντησε: «Τα καίω»! Ήταν μια προσωπικότητα κατάφορτη από νοήματα, με εμμονή στη βεβαιότητα ενός ιδανικού προορισμού. Στο οντολογικό σταυροδρόμι, ανάμεσα στο παν και το τίποτε διάλεξε χωρίς δισταγμό. Κι έσωσε τον νου και την ψυχή της. Προσδιόρισε εν ζωή την υστεροφημία της χωρίς διλήμματα. Αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, ένας ιδιότυπος συνδυασμός που οφειλόταν στη μελέτη και την συστηματική άσκηση, στην οργάνωση και τον αδιάλειπτο έλεγχο, στην αξιοποίηση του χρόνου και στο εσωτερικευμένο βίωμα των αξιών του τόπου της, της Μάνης. Οι γυναίκες της Μάνης εκείνης της εποχής, ήσαν γήινες, δυνατές, πληθωρικές στο συναίσθημα, προορισμένες να συντηρήσουν τον θρύλο του DNA τους με σχεδόν κοινά χαρακτηριστικά: Αετίσιο βλέμμα, ευκίνητες, με δυναμισμό και αποφασιστικότητα, μάνες στη συμπεριφορά και την ιδεολογία. Το 1953 ίδρυσε τριθέσιο δημοτικό σχολείο με όλες τις τάξεις και με 50 περίπου μαθητές. Το μικρό σχολείο στην Κυπρίων Ηρώων. Δεν την κέρδισε το Περιστέρι, που ήταν πληθυσμιακά αναπτυσσόμενη περιοχή με αγάπη στο ιδιωτικό σχολείο, περιοχή μικρασιατών που είχαν παιδεία, όπως συχνά έλεγε. Ούτε ο Κορυδαλλός, όπου είχε πρόταση συνεργασίας. Δεν επεδίωξε το εύκολο. Προτίμησε αυτόν τον τόπο, την Ηλιούπολη, όπου είχε ελιές και επιφυλακτικούς ανθρώπους και της θύμιζε τη πατρίδα της. Η δυναμική μανιάτισσα δασκάλα δοκίμαζε τις δυνάμεις της σε ένα τόπο της μεταπολεμικής Ελλάδας, όπου τα χωράφια ανακατεύονταν με τα λίγα σπίτια. Οι κάτοικοι ανήκαν στην εργατική τάξη, με ελάχιστα εισοδήματα και πολύ δυσπιστία προς το ιδιωτικό σχολείο. «Βρήκα αμέσως ανταπόκριση και καλούς ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα» μου είπε κάποια στιγμή που μου περιέγραφε εκείνο το ξεκίνημα, «που αγαπούσαν τη μόρφωση, τόσο ώστε από το υστέρημά τους κατέβαλλαν τα δίδακτρα, αλλά κι εγώ δεν τους ξεγέλασα ποτέ». Η αξιοπρέπειά της ήταν αδιαπραγμάτευτο χαρακτηριστικό της. Στη δεκαετία του 1960 το νηπιαγωγείο και το δημοτικό σχολείο με την επωνυμία «Εκπαιδευτήρια Μαρίας Κυρ. Ανδρακάκου» μεταστεγάζεται σε ιδιόκτητο νεόκτιστο σχολικό κτήριο, στις οδούς Βλαχάβα και Αργοναυτών. ΄Ένα πρωινό αμέσως μετά το μεγάλο διάλειμμα γύρω στις δέκα, είδε έναν άνδρα με καπέλο και δερμάτινο χαρτοφύλακα να κατευθύνεται προς μια από τις αίθουσες διδασκαλίας, όπου μόλις είχε ξεκινήσει το μάθημα. Εκείνη έκανε ένα τελευταίο έλεγχο με τα μάτια της στην αυλή πριν μπει στην τάξη της και είδε τον … αδιάκριτο που χωρίς να της δώσει σημασία, ήταν έτοιμος να χτυπήσει την πόρτα των τάξεων "Γ και Δ". Πετάχτηκε να προλάβει τον αγενή …. γονέα, όπως νόμισε, και του είπε αυστηρά «Τι θέλετε κύριε, ποιος είστε, γιατί ενοχλείτε τα παιδιά; Ξεκίνησαν μάθημα» και συμπλήρωσε «είμαι η Ανδρακάκου, εσείς:» «Επιθεωρητής» απάντησε με αυστηρό ύφος ο επισκέπτης και κάνοντας χρήση της εξουσίας που του παρείχε η ιδιότητά του πρόσθεσε: «Ήρθα να σας ελέγξω». «Καλώς ήρθατε» του είπε ευγενικά, αλλά αγέρωχα. «Πού θέλετε να πάτε, λοιπόν;» «Σε ποια τάξη κάνετε μάθημα εσείς;» ρώτησε ο Επιθεωρητής. «Στην Πέμπτη και στην Έκτη» του απήντησε. «Πολύ καλά, θα ξεκινήσω από σας»- «Ευχαρίστως», απήντησε πάλι και ευχόταν να μη μιλήσει ο αδύνατος μαθητής της του πρώτου θρανίου, όσο θα εξέταζε ο Επιθεωρητής. Τον προσφώνησε, εξήγησε στα παιδιά τι ήθελε ο επισκέπτης τους. Εκείνος την ρώτησε αν έχει καλούς και δυνατούς μαθητές κι εκείνη του απήντησε συγκρατημένα: «Μμ.. έτσι κι έτσι. Θα δείτε». Ο Επιθεωρητής άρχισε να ρωτάει αριθμητική, γραμματική, ιστορία, φυσική πειραματική. Τα παιδιά απαντούσαν γρήγορα και ορθά στις ολοένα και πιο δύσκολες ερωτήσεις αποκαλύπτοντας τις πολλές και αφομοιωμένες γνώσεις τους. Φανερά ικανοποιημένος, ο Επιθεωρητής, διατυπώνει την τελευταία του ερώτηση και στρέφεται στον μαθητή του πρώτου θρανίου περιμένοντας την απάντησή του! «Αχ, όχι» ξεφεύγει από τα χείλια της δασκάλας. Ο Επιθεωρητής το ακούει και απ’ ό,τι φαίνεται το διασκεδάζει «Λοιπόν νεαρέ τι ξέρεις για …». Η απάντηση του μικρού της Εης τάξης, του αδύνατου στα μάτια της δασκάλας του, που τον κράταγε και του έκανε δέκα λεπτά κάτι παραπάνω κάθε μέρα και που τον παρακολουθούσε μέσα στην τάξη χωρίς ποτέ να τον απαξιώνει, ήταν τόσο εύστοχη που άφησε άναυδο τον επιθεωρητή. Η δασκάλα δάκρυσε κι ο επιθεωρητής έσκυψε και της φίλησε τα χέρια ολοφάνερα συγκινημένος. Όταν σήκωσε το κεφάλι του γύρισε προς το μέρος των παιδιών και τους είπε: «Παιδιά είστε πολύ τυχερά που έχετε τέτοια δασκάλα. Μη το ξεχάσετε ποτέ» Και κοιτώντας την της είπε: «Σ’ Ευχαριστώ, που με δέχθηκες. Μακάρι να είχα δυο τρεις δασκάλες σαν εσένα» και κατευθύνθηκε προς την έξοδο της αίθουσας. Αυτή ήταν η Μαρία Ανδρακάκου! Ήταν η δασκάλα που αξίωνε από τον εαυτό της παιδαγωγικές απαντήσεις μονιμότερες από τις προκλήσεις του εφήμερου. Διεκδικούσε από τον εαυτό της πρώτα και έπειτα καθοδηγούσε συνεργάτες και μαθητές σε μια κοινή πορεία παιδαγωγίας. Κάποιος είπε πως δεν έκαμε δικά της παιδιά «γιατί δεν προλάβαινε» μεγαλώνοντας και καθοδηγώντας τα παιδιά που της εμπιστεύονταν. Είναι αλήθεια. Αφοσιώθηκε στα όνειρα των παιδιών που γονείς από την Ηλιούπολη αρχικά, το Φάληρο, την Αργυρούπολη, το Κουκάκι, τον Νέο Κόσμο, το Παγκράτι, την Αθήνα, τη Δάφνη, τον Καρέα, τον Βύρωνα, τη Γλυφάδα, τον Άγιο Παντελεήμονα, τον Άγιο Δημήτρη και τη Βούλα αργότερα της εμπιστεύθηκαν με «κλειστά τα μάτια». Αρκούσε να μιλήσει μαζί της ο γονιός για να αισθανθεί πως την διακατείχε το πάθος της προσφοράς και η συναίσθηση του καθήκοντος. Ήταν νευρώδης και δυναμική, αεικίνητη και γεμάτη εμπνεύσεις, δημιουργική και αποτελεσματική. Με γνήσιο χαμόγελο και ανεπιτήδευτη κομψότητα. Η εμφάνισή της λειτουργούσε ως παιδαγωγικό ερέθισμα προς τα παιδιά δίνοντας το παράδειγμα της ευκοσμίας και της αισθητικής. Αγωνίστηκε για την ηθική υγεία, εξόρκιζε τη βία και τον αμοραλισμό, την ανομία, πολέμησε τη νοοτροπία που κατηύθυνε τους νέους γονείς στην ανεμπόδιστη απόλαυση των αγαθών, προπηλάκιζε την απαιδευσία, δίδασκε τον σεβασμό προς τον πνευματικά ασθενέστερο προσφέροντας ώρες ατέλειωτες εξατομικευμένη διδασκαλία. Αντιμετώπιζε θαρραλέα τις δυσκολίες και η σχολική τάξη ήταν το δέντρο που έπρεπε να ανθίσει. Με το θάρρος και την επιμονή της ακόμη και οι αδύναμοι μαθητές της διέκριναν τις ικανότητές τους και τις αξιοποιούσαν. Προσέφερε Δώρον και δεν απέβλεπε σε Αντίδωρον. Η αναγνώριση του παιδαγωγικού της έργου κορυφώθηκε το 1970: εξαθέσιο δημοτικό, διθέσιο νηπιαγωγείο, γυμνάσιο και κατόπιν λύκειο. Μια μεγάλη αγαπημένη ομάδα ειδικών για το έργο παιδαγωγίας των Εκπαιδευτηρίων Ανδρακάκου: δάσκαλοι, νηπιαγωγοί και βοηθοί νηπιοκόμοι, καθηγητές, η μόνιμη καλλιτεχνική ομάδα (καινοτομία της από το 1954) με γυμναστές, χορευτές, δασκάλους ρυθμικής, μουσικής, τα τμήματα ξένων γλωσσών, ψυχολόγος, ειδικός παιδίατρος. οδηγοί και βοηθητικό προσωπικό. Το ωράριό της ξεκινούσε από τις 7 το πρωί ως τις 11 το βράδυ, με ένα καφέ και όμως δεν ήταν καταπονημένη ποτέ. Από πού αντλούσε την ακατάβλητη δύναμη και αντοχή της; Από την αγάπη και την αφοσίωση των μαθητών και μαθητριών της, που φαινόταν από την προσπάθειά τους να έχουν επιτυχίες, Παιδαγωγικός στόχος ήταν η γνώση, μα παιδαγωγικός σκοπός ο Φωτισμός. Διέκρινε με έμφαση στις διδαχές της την κατανόηση από την παρανόηση και στρέβλωση της γνώσης. Δεν ήταν φειδωλή στον έπαινο ούτε υπερβολική στην τιμωρία. Ήταν αυστηρή πολύ αυστηρή, είπε μια μαθήτριά της στην αποχαιρετιστήρια ομιλία της 12ης Δεκεμβρίου, μα ποτέ άδικα. Πράγματι ήταν αυστηρή … στην τήρηση της τάξης για την άσκηση στους κανόνες της ζωής, στην συνέπεια ως αρχή για δημιουργία μιας δημοκρατικής και ευνομούμενης πολιτείας. Δεν έβλεπε τους μαθητές της σαν μικρούς ανθρώπους, αλλά ως υπό διαμόρφωση νεαρούς πολίτες. Όποιος έχει εγγράψει στη μνήμη του ταξίδια ιστορίας και γεωγραφίας από τη διδασκαλία της έχει εμποτιστεί ανεξίτηλα με νάματα δημοκρατίας, πολύτιμη κληρονομία για τον ίδιο και τους απογόνους του. Σε λίγο καιρό η παιδαγωγός Μαρία Ανδρακάκου, θα απομείνει στοχασμός και μνήμη με την ευχή να συναντά εύνοες τις μέρες όλων μας, καθώς θα συρόμαστε στο ρεύμα του χρόνου στην κοινή ανθρώπινη και κοσμική μοίρα μας. Οι αρχές της θα ζουν στη νοοτροπία των μαθητών-παιδιών της ως υγιές και ανεξίτηλο ίχνος. Και Εκείνη θα παρακολουθεί τις εξελίξεις με την ενάργεια που είχε ως την τελευταία της στιγμή και θα ψιθυρίζει αυτό που λίγες ώρες πριν φύγει μου είπε: Οι γονείς πρέπει να έχουν κοντά τα παιδιά τους.-
Στη φωτογραφία η Μαρία Κ. Ανδρακάκου με την ανηψιά της. Γυμναστικές επιδείξεις σχολ. έτους 1959-1960.
μαθητης της 1970-1976
ΑπάντησηΔιαγραφήvrontosR80yahoo.gr
Γεια σου. Προσπαθώ να συγκεντρώσω υλικό, φωτογραφίες, τετράδια, εκθέσεις, ακόμη διάφορα περιστατικά που σχετίζονται με τη ζωή του σχολείου και τα πρόσωπά του. Θα μπορούσες να βοηθήσεις;
ΔιαγραφήΒρόντο Ανδρέας.... Ισως
ΔιαγραφήΠαρακαλώ όπως μου θυμησεται διαφορά... Εποχής όπου ήμουν και εγώ μαθητής της αείμνηστη άνδρα κακού.. Ήμουν για 5 χρόνια στα εκπαιδεύτρια... Θυμάμαι την ανηψια Ευγενία ..... Νομίζω ότι την μητέρα της την έλεγαν Θάλεια..... Έχω συγκινηθεί.... Θα παρακαλούσα να έχουμε ότι περισσότερες πληροφορίες και ίσως κάποια συνάντηση μεταξύ μας
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε μεγάλη συγκίνηση διάβασα το σχόλιό σας. Είναι περίεργη η σύμπτωση. Σαν σήμερα την κατευοδώσαμε για το μακρύ ταξίδι.
ΔιαγραφήΜπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου στο e-mail: e.spetsiotou.melliou@gmail.com. Θα χαρώ πολύ να κατορθώσω να συγκεντρώσω παλιούς μαθητές για μια εκδήλωση στη μνήμη της. Έως τότε χρειάζομαι ενθυμήματα από σας.